Κυπριακή Δημοκρατία Κυπριακή Δημοκρατία

Η Συνταγματική Συνθήκη

Η Συνταγματική Συνθήκη

Η Συνέλευση, αφού μελέτησε τα διάφορα θέματα και τις τελικές εκθέσεις των Ομάδων Εργασίας, συνέταξε και παρουσίασε τμηματικά στην Ολομέλεια σχέδια άρθρων μιας Συνταγματικής Συνθήκης. Στη συνέχεια ακολούθησε συζήτηση για τα διάφορα θέματα μέχρι την κατάληξη του τελικού συναινετικού εγγράφου στις 13 Ιουνίου 2003.

Το σχέδιο αυτό υποβλήθηκε στη Σύνοδο Κορυφής της Θεσσαλονίκης στις 20 Ιουνίου του 2003.

Μαζί με το αποτέλεσμα των εθνικών συζητήσεων για το μέλλον της Ένωσης, το τελικό έγγραφο αποτέλεσε αφετηρία των συζητήσεων στη Διακυβερνητική Διάσκεψη, η οποία και έλαβε τις τελικές αποφάσεις.

Στις 29 Οκτωβρίου 2004, οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων των 25 κρατών μελών και των 3 υποψηφίων χωρών υπέγραψαν τη Συνθήκη για τη θέσπιση Συντάγματος της Ευρώπης η οποία εγκρίθηκε ομόφωνα στις 18 Ιουνίου του ίδιου έτους.

Προκειμένου να τεθεί σε ισχύ η συνθήκη για τη θέσπιση Συντάγματος της Ευρώπης, έπρεπε να επικυρωθεί από όλα τα κράτη μέλη, με βάση τους ισχύοντες συνταγματικούς κανόνες τους, δηλαδή μέσω επικύρωσης από το κοινοβούλιο ή μέσω δημοψηφίσματος.

Ανάλογα με τις νομικές και ιστορικές παραδόσεις των χωρών, οι διαδικασίες που προβλέπουν τα συντάγματα γι' αυτόν το σκοπό, δεν είναι όμοιες: περιλαμβάνουν έναν ή και τους δύο από τους ακόλουθους μηχανισμούς:

  •    " την "κοινοβουλευτική" μέθοδο, όπου το κείμενο εγκρίνεται μετά την ψήφιση κειμένου με το οποίο επικυρώνεται μια διεθνής συνθήκη από το ή τα σώματα του Κοινοβουλίου του κράτους· ή/και
  •      " τη μέθοδο του "δημοψηφίσματος", όπου διοργανώνεται δημοψήφισμα, κατά το οποίο οι πολίτες αποφασίζουν αν είναι υπέρ ή κατά της Συνθήκης.

Οι δύο αυτές μέθοδοι μπορούσαν να έχουν παραλλαγές ή να συνδυάζονται ανάλογα με τη χώρα ή ανάλογα με άλλες απαιτήσεις, όπως για παράδειγμα, όταν η επικύρωση της συνθήκης απαιτεί, λόγω του περιεχομένου αυτού του κειμένου, προηγούμενη προσαρμογή του εθνικού Συντάγματος

 

Η Συνταγματική Συνθήκη

Το τελικό κείμενο της Συνθήκης αποτελείτο από 4 μέρη

-       Μέρος Ι: Αρχές και σκοποί της Ένωσης, ιθαγένεια, αρμοδιότητες και η άσκησή τους, ενισχυμένη συνεργασία, όργανα της Ένωσης, δημοσιονομικά ζητήματα, εγγύς περιβάλλον και η ιδιότητα του μέλους της Ένωσης,

-       Μέρος ΙΙ: Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων

-       Μέρος ΙΙΙ: Πολιτικές της Ένωσης

-       Μέρος ΙV:  Γενικές και Τελικές διατάξεις.

Στο κείμενο επισυνάπτετο σειρά πρωτοκόλλων και δηλώσεων για το ρόλο των εθνικών κοινοβουλίων, τον έλεγχο της εφαρμογής της αρχής της επικουρικότητας κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων της Ένωσης, την τροποποίηση της Συνθήκης ΕΚΑΕ και το Συμβούλιο της Ευρωζώνης.

Ειδικότερα, οι βασικές καινοτομίες της Συνθήκης συνίσταντο στα εξής:

1.       Ενιαία νομική προσωπικότητα της ΕΕ

Η εν λόγω Συνθήκη αντικαθιστούσε όλες τις υφιστάμενες ευρωπαϊκές συνθήκες με ένα ενιαίο κείμενο το οποίο θα αποτελούσε  τη βάση του ευρωπαϊκού οικοδομήματος.  Επιπλέον, εξασφάλιζε ενιαία νομική προσωπικότητα της ΕΕ με την κατάργηση της δομής σε πυλώνες που θέσπισε η Συνθήκη του Μάαστριχτ.  Οι δύο πυλώνες (ΚΕΠΠΑ, συνεργασία σε αστυνομικά και ποινικά θέματα) θα συγχωνεύονταν στον πρώτο πυλώνα (Ευρωπαϊκή Κοινότητα).

2.       Απλοποίηση των διαδικασιών λήψης αποφάσεων και των μέσων δράσης

Κατοχυρώνονταν έξι τύποι νομικών πράξεων με απλή και σαφή ορολογία και θεσπίζονταν σαφής ιεραρχία κανόνων. Επιπλέον, προβλεπόταν η εισαγωγή μιας νέας κατηγορίας μέσου, οι κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμοί, η έκδοση των οποίων ανατίθετο από τη νομοθετική αρχή στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή.  Πρόσθετα, παρείχετο  πρωτεύουσα θέση στη συνήθη νομοθετική διαδικασία, η οποία αντιστοιχούσε στη σημερινή διαδικασία συναπόφασης.

3.       Καταμερισμός αρμοδιοτήτων μεταξύ των κρατών μελών και της ΕΕ

Η Συνθήκη απαριθμούσε και κατέτασσε κατηγορίες τις αρμοδιότητες.  Αποκλειστικές στην ΕΕ, συντρέχουσες με αυτές των κρατών μελών και αρμοδιότητες για το συντονισμό των οποίων υπεύθυνη καθίστατο η ΕΕ.

4.       Ενσωμάτωση του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων

Η Συνθήκη ενσωμάτωνε το Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, ο οποίος περιελάμβανε το σύνολο των αστικών, πολιτικών, οικονομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων των Ευρωπαίων πολιτών και των προσώπων που ζούσαν στην επικράτεια της ΕΕ.  Προέβλεπε πρόσθετα δικαιώματα, όπως τα κοινωνικά δικαιώματα των εργαζομένων, την προστασία των προσωπικών δεδομένων, τη βιοηθική και το δικαίωμα χρηστής διοίκησης.   Ο Χάρτης θα ήταν νομικά δεσμευτικός.

5.       Έμφαση στο δημοκρατικό βίο της ΕΕ

Η Συνθήκη περιείχε ξεχωριστό κεφάλαιο που αφορά το δημοκρατικό βίο, όπου διασφαλιζόταν η αρχή της δημοκρατικής ισότητας, της αντιπροσωπευτικής και συμμετοχικής δημοκρατίας και η διαφάνεια των εργασιών των θεσμικών οργάνων, αναγνωριζόταν  η σημασία της διαβούλευσης με τους κοινωνικούς εταίρους και κατοχυρωνόταν  το δικαίωμα των Ευρωπαίων πολιτών προσφυγής στον Ευρωπαίο Διαμεσολαβητή.

6.       Νέος ρόλος στα εθνικά κοινοβούλια

Η Συνθήκη προέβλεπε την έγκαιρη ενημέρωση των εθνικών κοινοβουλίων για τις προτεινόμενες νομοθεσίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και τις πολιτικές της ΕΕ και εισήγαγε  μηχανισμό έγκαιρης προειδοποίησης, με βάση τον οποίο τα εθνικά κοινοβούλια θα εμπλέκονταν στον έλεγχο συμβατότητας των προτεινόμενων νομοθεσιών με την αρχή της επικουρικότητας.

7.       Αλλαγές στο σύστημα ψηφοφορίας

Σύμφωνα με τη Συνθήκη, η ψηφοφορία στο Συμβούλιο με ειδική πλειοψηφία επεκτεινόταν   σε περίπου τριάντα νέους τομείς, στους οποίους μέχρι σήμερα οι αποφάσεις λαμβάνονταν με ομοφωνία.  Η ειδική πλειοψηφία ορίζεται ως το 55% των κρατών μελών που αντιπροσώπευαν  τουλάχιστον το 65% του πληθυσμού της ΕΕ.  Το υπό αναφορά σύστημα θα εφαρμοζόταν   από την 1η Νοεμβρίου 2009.

8.       Αλλαγές στα οικονομικά της ΕΕ

Στη Συνθήκη διατηρούνταν  οι κυριότερες δημοσιονομικές εξουσίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, στο οποίο αναγνωριζόταν αποφασιστικός ρόλος στο σύνολο του προϋπολογισμού με την εγκατάλειψη της διάκρισης μεταξύ υποχρεωτικών και μη υποχρεωτικών δαπανών.  Ο ετήσιος προϋπολογισμός θα εγκρινόταν από το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, ωστόσο, σε περίπτωση διαφωνίας, η διαδικασία θα άρχιζε εκ νέου με την παρουσίαση από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή νέου σχεδίου προϋπολογισμού.

9.       Προώθηση ενισχυμένης συνεργασίας στην άμυνα και ασφάλεια

Η Συνταγματική Συνθήκη δεν θα εγκαθίδρυε  κοινή άμυνα με την έννοια της στρατιωτικής εγγύησης των εξωτερικών συνόρων της ΕΕ. Προέβλεπε , ωστόσο, μια μορφή ενισχυμένης συνεργασίας στον τομέα των στρατιωτικών θεμάτων.

10.     Δημιουργία θέσης Υπουργού Εξωτερικών της ΕΕ

Η Συνθήκη πρότεινε  τη δημιουργία θέσης Υπουργού Εξωτερικών της ΕΕ, η οποία θα συγχώνευε τις θέσεις του Ύπατου Εκπροσώπου για την ΚΕΠΠΑ και του Επιτρόπου Υπευθύνου για τις Εξωτερικές Σχέσεις.

11.     Αλλαγές στη σύνθεση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Σύμφωνα με τη Συνθήκη, από το 2009 το σύνολο των ευρωβουλευτών δε θα υπερέβαινε τους 750, ενώ κανένα κράτος μέλος δε θα ελάμβανε περισσότερες από 96 έδρες.  Ο ελάχιστος αριθμός ευρωβουλευτών για κάθε κράτος μέλος οριζόταν στους έξι.

12.     Αλλαγές στη σύνθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής

Σύμφωνα με τη Συνθήκη, η αρχή «ένας Επίτροπος ανά κράτος» καταργείτο.  Από το 2014 ο αριθμός των Επιτρόπων θα μειωνόταν και δε θα μπορούσε να είναι μεγαλύτερος από τα δύο τρίτα του αριθμού των κρατών μελών.  Ο διορισμός των Επιτρόπων θα γινόταν  στη βάση ενός συστήματος ισότιμης εναλλαγής που θα αντανακλούσε τη δημογραφική και γεωγραφική ποικιλομορφία των κρατών της ΕΕ.

13.     Αλλαγές στην προεδρία του Συμβουλίου των Υπουργών

Η Συνθήκη καταργούσε  την εκ περιτροπής προεδρία  του Συμβουλίου των Υπουργών και πρότεινε  εκ περιτροπής προεδρία που θα ασκείτο από ομάδα τριών χωρών για περίοδο δεκαοκτώ μηνών.

14.     Αλλαγές σε σχέση με την προεδρία της ΕΕ

Η Συνθήκη καταργούσε  την εκ περιτροπής εξάμηνη προεδρία του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και πρότεινε εκλογή του Προέδρου από τα μέλη του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου για θητεία δυόμισι χρόνων.

Σύμφωνα με τη Συνθήκη, αρχικός στόχος ήταν ότι η διαδικασία επικύρωσης θα διαρκούσε δύο χρόνια και ότι το Σύνταγμα θα ετίθετο σε ισχύ το αργότερο την 1η Νοεμβρίου 2006..

Στη Γαλλία και στην Ολλανδία, οι ψηφοφόροι απέρριψαν το κείμενο του συντάγματος, στις 29 Μαΐου και την 1η Ιουνίου, αντιστοίχως. Σύμφωνα με αυτά τα αποτελέσματα, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, στις 16 και 17 Ιουνίου 2005, εκτίμησε ότι «   η ημερομηνία της 1ης Νοεμβρίου 2006, που είχε αρχικά προβλεφθεί για τον απολογισμό όσον αφορά τις κυρώσεις, δεν είναι πλέον ρεαλιστική, δεδομένου ότι τα κράτη μέλη που δεν έχουν κυρώσει το σύνταγμα δεν θα είναι σε θέση να δώσουν μια σαφή απάντηση πριν από τα μέσα του 2007   ». και αποφασίστηκε να δρομολογηθεί μια «περίοδο προβληματισμού» σχετικά με το μέλλον της Ευρώπης. Η περίοδος αυτή αναμενόταν να καταστήσει δυνατή τη διεξαγωγή μιας ευρείας συζήτησης με τους Ευρωπαίους πολίτες.

Κατά τη σύνοδο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 21ης και 22ας Ιουνίου 2007, οι Ευρωπαίοι ηγέτες κατέληξαν σε συμβιβασμό ο οποίος οδήγησε στη σύγκληση μιας ΔΚΔ με σκοπό την οριστικοποίηση και την έκδοση μιας «μεταρρυθμιστικής συνθήκης» για την Ευρωπαϊκή Ένωση και όχι Συντάγματος. Η ΔΚΔ κατέληξε στο τελικό κείμενο της συνθήκης το οποίο εγκρίθηκε στη διάρκεια της άτυπης συνόδου κορυφής που πραγματοποιήθηκε στη Λισαβόνα στις 18 και 19 Οκτωβρίου. Η Συνθήκη της Λισαβόνας υπογράφηκε από τα κράτη μέλη στις 13 Δεκεμβρίου 2007 και τέθηκε σε ισχύ την 1η Δεκεμβρίου 2009.