Κυπριακή Δημοκρατία Κυπριακή Δημοκρατία

Έκθεση της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Νομικών για τα νομοσχέδια «O περί Διεθνούς Συνεργασίας σε Ποινικά Θέματα (Τροποποιητικός) Νόμος του 2018» και «O περί της Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες (Τροποποιητικός) (Αρ. 2) Νόμος του 2018»

Παρόντες:

  • Γεώργιος Γεωργίου, πρόεδρος    
  • Δημήτρης Δημητρίου    
  • Άριστος Δαμιανού    
  • Ευανθία Σάββα    
  • Χριστιάνα Ερωτοκρίτου
  • Πανίκος Λεωνίδου
  • Κωστής Ευσταθίου

 
Η Κοινοβουλευτική Επιτροπή Νομικών μελέτησε τα πιο πάνω νομοσχέδια σε τρεις συνεδρίες της, που πραγματοποιήθηκαν στις 12 Σεπτεμβρίου και την 21η και στις 28 Νοεμβρίου 2018. Στο πλαίσιο αυτών των συνεδριάσεων της επιτροπής κλήθηκαν και παρευρέθηκαν εκπρόσωποι του Υπουργείου Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως, της Νομικής Υπηρεσίας της Δημοκρατίας, της Μονάδας Καταπολέμησης Αδικημάτων Συγκάλυψης (ΜΟΚΑΣ) και του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου.

Σκοπός του πρώτου νομοσχεδίου είναι η τροποποίηση του περί της Διεθνούς Συνεργασίας σε Ποινικά Θέματα Νόμου έτσι ώστε αφενός οι διατάξεις του οι οποίες εφαρμόζονται σε περίπτωση που η αρμόδια αρχή της Δημοκρατίας λαμβάνει από αρμόδια αρχή ξένης χώρας έγγραφο αίτημα συνδρομής για εξασφάλιση μαρτυρίας εντός της Δημοκρατίας, σχετικά με διαδικασία που έχει αρχίσει ενώπιον δικαστηρίου ξένης χώρας ή με ποινική ανάκριση που διεξάγεται στην εν λόγω χώρα, να εφαρμόζονται και αναφορικά με αιτήματα δικαστικής συνδρομής που αφορούν την έκδοση διατάγματος δέσμευσης ή την εγγραφή και εκτέλεση διατάγματος δέσμευσης ή δήμευσης και αφετέρου να καταστεί σαφές ότι στην πιο πάνω περίπτωση ο όρος “ανάκριση” περιλαμβάνει και ανάκριση για διακρίβωση και εντοπισμό παράνομων εσόδων.

Σκοπός του δεύτερου νομοσχεδίου είναι η τροποποίηση του περί της Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες Νόμου έτσι ώστε να επενεχθούν τα ακόλουθα:

1. Να περιληφθούν στις περιπτώσεις που το δικαστήριο έχει εξουσία να εκδίδει διάταγμα δέσμευσης πριν από την έκδοση διατάγματος δήμευσης και οι περιπτώσεις που πρόσωπο έχει κατηγορηθεί μόνο για το αδίκημα νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες.

2. Να διασαφηνιστεί ότι το δικαστήριο δύναται να εκδώσει διάταγμα δέσμευσης πριν από την έκδοση διατάγματος δήμευσης όχι μόνο σε περίπτωση που η ΜΟΚΑΣ κατέχει πληροφορία βάσει της οποίας δημιουργείται εύλογη υποψία ότι πρόσωπο δύναται να κατηγορηθεί για διάπραξη αδικήματος νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, αλλά και σε περίπτωση που πρόσωπο έχει ήδη κατηγορηθεί για τέτοιο αδίκημα, καθώς και σε περίπτωση που δύναται να κατηγορηθεί ή έχει κατηγορηθεί για τη διάπραξη γενεσιουργού αδικήματος.

3. Να περιληφθεί στις περιπτώσεις που υπόκεινται σε έφεση στο Ανώτατο Δικαστήριο, με εφαρμογή κατ’ αναλογία των σχετικών διατάξεων του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου και των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, απόφαση του δικαστηρίου με την οποία απορρίπτεται η έκδοση διατάγματος δυνάμει των διατάξεων του περί της Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες Νόμου. Σημειώνεται ότι στον υφιστάμενο νόμο δύναται να καταχωριστεί έφεση στο Ανώτατο Δικαστήριο μόνο σε περίπτωση απόφασης έκδοσης τέτοιου διατάγματος.

4. Να ενσωματωθούν στον περί της Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες Νόμο οι προηγουμένως καταργηθέντες με αυτόν περί Συγκάλυψης, Έρευνας και Δήμευσης Εσόδων από Ορισμένες Εγκληματικές Πράξεις Νόμοι του 1996 έως 2004.

Όλοι οι παρευρισκόμενοι συμφώνησαν με τους σκοπούς και τις επιδιώξεις των νομοσχεδίων.

Κατά τη συζήτηση του πρώτου νομοσχεδίου ενώπιον της επιτροπής η εκπρόσωπος της ΜΟΚΑΣ ενημέρωσε την επιτροπή ότι η προτεινόμενη τροποποίηση κατέστη αναγκαία, γιατί διαπιστώθηκε κενό στον περί της Διεθνούς Συνεργασίας σε Ποινικά Θέματα Νόμο, αφού, ενώ ο περί της Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες Νόμος περιλαμβάνει διατάξεις που προβλέπουν για την εγγραφή και εκτέλεση ξένων αποφάσεων, ο περί της Διεθνούς Συνεργασίας σε Ποινικά Θέματα Νόμος δεν περιλαμβάνει σχετικές διατάξεις.

Στο πλαίσιο της συζήτησης του δεύτερου νομοσχεδίου η εκπρόσωπος του Υπουργείου Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως ενημέρωσε την επιτροπή ότι οι προτεινόμενες τροποποιήσεις κατέστησαν αναγκαίες υπό το φως πρόσφατης απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου με την οποία το δικαστήριο αυτό αθώωσε κατηγορούμενο για το αδίκημα της παράνομης νομιμοποίησης εσόδων, διότι βάσει των υφιστάμενων διατάξεων θεώρησε ότι οι προηγούμενοι αντίστοιχοι νόμοι έχουν ακυρωθεί και ότι το εν λόγω πρόσωπο κατηγορήθηκε με βάση τον υφιστάμενο νόμο για αδίκημα που διαπράχθηκε πριν από τη θέσπισή του.

Επιπρόσθετα, η εκπρόσωπος της ΜΟΚΑΣ ενημέρωσε την επιτροπή ότι επαρχιακό δικαστήριο με απόφασή του ερμήνευσε το νόμο, ώστε η δυνατότητα που παρέχεται στο δικαστήριο να εκδώσει διάταγμα δέσμευσης πριν από την έκδοση διατάγματος δήμευσης δεν περιλαμβάνει την περίπτωση που η ΜΟΚΑΣ κατέχει πληροφορία, βάσει της οποίας δημιουργείται εύλογη υποψία ότι πρόσωπο έχει ήδη κατηγορηθεί για διάπραξη αδικήματος νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες.

Η ίδια εκπρόσωπος κατέθεσε εισήγηση για περαιτέρω τροποποίηση του βασικού νόμου, με στόχο τη διευκρίνηση ορισμένων διατάξεών του, καθώς και την προσθήκη των καζίνο στις ελεγχόμενες δυνάμει του νόμου αυτού υπόχρεες οντότητες, δεδομένου ότι ήδη προβλέπεται στο νόμο εποπτεία από την Εθνική Αρχή Παιγνίων και Εποπτείας Καζίνο.

Μέλη της επιτροπής εξέφρασαν προβληματισμό αναφορικά με το άρθρο 4 του δεύτερου νομοσχεδίου, με το οποίο προτείνεται η απάλειψη από το άρθρο 78 του βασικού νόμου οποιασδήποτε αναφοράς σε κατάργηση των περί Συγκάλυψης, Έρευνας και Δήμευσης Εσόδων από Ορισμένες Εγκληματικές Πράξεις Νόμων του 1996 έως 2004, με αναδρομική ισχύ από την ημερομηνία έκδοσης του βασικού νόμου. Ειδικότερα, ο εκφρασθείς προβληματισμός εστιάζεται στην αναδρομική αναβίωση καταργηθείσας νομοθεσίας και των ποινικών αδικημάτων που περιλαμβάνονται σε αυτήν κατά παράβαση της βασικής αρχής “nullum crimen, nulla poena sine lege” («κανένα έγκλημα, καμία ποινή χωρίς υφιστάμενο νόμο»).

Η εκπρόσωπος της ΜΟΚΑΣ ενημέρωσε την επιτροπή ότι η εν λόγω τροποποίηση κατέστη αναγκαία, έπειτα από απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου με την οποία παραμερίστηκε καταδίκη σε κατηγορία που βασίστηκε στον υφιστάμενο περί της Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες Νόμο για το λόγο ότι το άρθρο 78 αυτού καταργεί τους πιο πάνω αναφερόμενους νόμους και η αναφορά στο εν λόγω άρθρο ότι η κατάργηση δεν επηρεάζει οποιαδήποτε πράξη ή ενέργεια που έγινε ή άρχισε δυνάμει των καταργηθέντων περί Συγκάλυψης, Έρευνας και Δήμευσης Εσόδων από Ορισμένες Εγκληματικές Πράξεις Νόμων του 1996 έως 2004 δεν μπορεί να σημαίνει αναδρομική εφαρμογή του υφιστάμενου νόμου, αφού αυτό θα παραβίαζε την πιο πάνω αναφερόμενη βασική αρχή “nullum crimen, nulla poena sine lege”.

Συναφώς, η ίδια εκπρόσωπος εισηγήθηκε στην επιτροπή τη διαγραφή του άρθρου 4 του νομοσχεδίου, αφού ο λόγος παραμερισμού της καταδίκης στην πιο πάνω απόφαση δε θα ισχύει σε μελλοντικές υποθέσεις, νοουμένου ότι το κατηγορητήριο για κάθε τέτοια υπόθεση θα αναφέρεται στους περί Συγκάλυψης, Έρευνας και Δήμευσης Εσόδων από Ορισμένες Εγκληματικές Πράξεις Νόμων του 1996 έως 2004 και όχι στον περί της Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες Νόμο.

Σημειώνεται ότι η επιτροπή επέφερε στο κείμενο των νομοσχεδίων τροποποιήσεις, με σκοπό τη διασαφήνιση των προνοιών τους, καθώς και τη βελτίωσή τους από νομοτεχνικής άποψης.

Η Κοινοβουλευτική Επιτροπή Νομικών, λαμβάνοντας υπόψη όλα όσα τέθηκαν ενώπιόν της, ομόφωνα εισηγείται την ψήφιση του πρώτου και δεύτερου νομοσχεδίου σε νόμο όπως αυτά έχουν τελικά διαμορφωθεί.

 

5 Δεκεμβρίου 2018