Κυπριακή Δημοκρατία Κυπριακή Δημοκρατία

Έκθεση της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Εργασίας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων για τους αναπεμφθέντες νόμους «Ο περί Προστασίας της Πατρότητας (Τροποποιητικός) Νόμος του 2018» και «Ο περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων (Τροποποιητικός) Νόμος του 2018»

Παρόντες:

  • Αντρέας Φακοντής, πρόεδρος    
  • Σκεύη Κούτρα Κουκουμά    
  • Ανδρέας Κυπριανού    
  • Μαριέλλα Αριστείδου
  • Μαρίνος Μουσιούττας
  • Λίνος Παπαγιάννης


Η Κοινοβουλευτική Επιτροπή Εργασίας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων σε συνεδρία της, που πραγματοποιήθηκε στις 12 Ιουνίου 2018, επανεξέτασε τους πιο πάνω νόμους, οι οποίοι ψηφίστηκαν από τη Βουλή των Αντιπροσώπων στις 18 Μαΐου 2018 και αναπέμφθηκαν από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας στις 5 Ιουνίου 2018 κατ’ επίκληση του άρθρου 51.1 του συντάγματος. Στη συνεδρία της επιτροπής κλήθηκαν και παρευρέθηκαν η Υπουργός Εργασίας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, συνοδευόμενη από άλλους υπηρεσιακούς παράγοντες του ίδιου υπουργείου, καθώς και εκπρόσωπος της Νομικής Υπηρεσίας της Δημοκρατίας.

Όπως είναι γνωστό, με τους αναπεμφθέντες νόμους σκοπείται η τροποποίηση του περί Προστασίας της Πατρότητας Νόμου και η τροποποίηση του περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμου, ώστε να επεκταθεί το δικαίωμα σε επίδομα πατρότητας στα ζευγάρια που αποκτούν παιδί, χωρίς να έχουν τελέσει γάμο ή που δεν έχουν συνάψει πολιτική συμβίωση.

Υπενθυμίζεται ότι οι αναπεμφθέντες νόμοι είχαν κατατεθεί στη Βουλή υπό τη μορφή προτάσεων νόμου από τους βουλευτές Αντρέα Φακοντή, Σκεύη Κούτρα Κουκουμά και Ελένη Μαύρου εκ μέρους της κοινοβουλευτικής ομάδας ΑΚΕΛ-Αριστερά-Νέες Δυνάμεις.

Υπενθυμίζεται περαιτέρω ότι, σύμφωνα με τους εισηγητές των δύο σχετικών προτάσεων νόμου, οι προτεινόμενες ρυθμίσεις αποσκοπούν στην άρση της διάκρισης που υφίσταται μεταξύ των ζευγαριών που αποκτούν παιδί εντός γάμου και των ζευγαριών που αποκτούν παιδί χωρίς να έχει προηγηθεί η τέλεση γάμου ή σύναψη πολιτικής συμβίωσης.

Οι λόγοι της αναπομπής, όπως αυτοί αναφέρονται στην επιστολή του Προέδρου της Δημοκρατίας προς τον Πρόεδρο της Βουλής των Αντιπροσώπων, ημερομηνίας 5 Ιουνίου 2018, εκτίθενται αυτούσιοι πιο κάτω:

«2.1. Οι πρόνοιες των πιο πάνω τροποποιητικών Νόμων, οι οποίοι ψηφίστηκαν κατόπιν προτάσεων Νόμου, ευρίσκονται σε αντίθεση και είναι ασύμφωνες με το Άρθρο 80.2 του Συντάγματος.

Το Άρθρο 80 του Συντάγματος προνοεί ότι καμία πρόταση Νόμου η οποία συνεπάγεται αύξηση των εξόδων που προβλέπονται από τον Προϋπολογισμό δεν δύναται να υποβληθεί από βουλευτή [Πρόεδρος της Δημοκρατίας ν Βουλής των Αντιπροσώπων (Αρ. 2) (2001) 3Α. Α.Α.Δ. 519, Πρόεδρος της Δημοκρατίας ν Βουλής των Αντιπροσώπων (2011) 3Α. Α.Α.Δ. 72].

Ο σκοπός του Συνταγματικού Νομοθέτη είναι η απόδοση αποκλειστικής εξουσίας για την ετοιμασία του προϋπολογισμού και τον καθορισμό των δαπανών του Κράτους στην εκτελεστική εξουσία, αφού θα μπορούσε η οποιαδήποτε πρόταση Νόμου να επιβαρύνει και να αυξάνει τα έξοδα όλων των προϋπολογισμών πέραν του τρέχοντος και ήδη εγκριθέντων, αλλά και μελλοντικών προϋπολογισμών του Κράτους, χωρίς τη συναίνεση της εκτελεστικής εξουσίας.

Οι εν λόγω πρόνοιες δημιουργούν σοβαρό διοικητικό κόστος στο αρμόδιο Υπουργείο, καθώς και ενδεχομένως σε άλλες αρμόδιες αρχές, οι οποίες θα υποχρεωθούν να εξετάζουν κάθε αίτηση ξεχωριστά, για να διαπιστώσουν κατά πόσον οι αιτητές “αποδεδειγμένα συζούν ως σύζυγοι”. Αυτό θα συνεπάγεται αύξηση του διοικητικού κόστους για το Κράτος, καθότι προκύπτει η ανάγκη διενέργειας έρευνας, αλλά και εξέτασης όλων των σχετικών παραμέτρων, για να αποδειχθεί αν πράγματι οι αιτητές συζούν. Η διενέργεια ερευνών, καθώς και εν γένει η εφαρμογή της διάταξης αυτής από τις αρμόδιες αρχές θα οδηγήσει σε αύξηση των εξόδων του Προϋπολογισμού.

Περαιτέρω, σύμφωνα με τη σχετική αναλογιστική μελέτη που ετοιμάστηκε από το Υπουργείο Εργασίας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, προ της ψήφισης του περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμου του 2017, Ν. 115(Ι)/17, και προ της ψήφισης του περί της Προστασίας της Πατρότητας Νόμου, Ν.117(Ι)/17, με σκοπό τον υπολογισμό του κόστους υλοποίησης, για παροχή επιδόματος πατρότητας στους ασφαλισμένους συζύγους, διαπιστώθηκε ότι η ύπαρξη σχέσεως γάμου (θρησκευτικού, πολιτικού, συμφώνου συμβίωσης) είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την παραχώρηση του επιδόματος πατρότητας.

Ως εκ τούτου, η συμπερίληψη των προσώπων που “αποδεδειγμένα συζούν ως σύζυγοι” (άγαμοι πατέρες) στους δικαιούχους επιδόματος πατρότητας συνεπάγεται επιβάρυνση του Ταμείου Κοινωνικών Ασφαλίσεων, καθώς και των δημόσιων οικονομικών του Κράτους με απροσδιόριστο κόστος και κατ’ επέκταση αύξηση των προβλεπόμενων εξόδων του Προϋπολογισμού.

Οι πρόνοιες των υπό αναπομπή Νόμων επιφέρουν αύξηση των κατά τα άλλα προβλεπόμενων δαπανών, κατά τον τρόπο που έχει επεξηγηθεί πιο πάνω, προσκρούουν στις διατάξεις του Άρθρου 80.2 του Συντάγματος και ως εκ τούτου είναι αντισυνταγματικές.

2.2. Οι πρόνοιες των υπό αναπομπή Νόμων είναι αντίθετες με το Άρθρο 54 του Συντάγματος.

Με τους υπό αναπομπή Νόμους η Βουλή των Αντιπροσώπων επεμβαίνει στην άσκηση των εξουσιών του Υπουργικού Συμβουλίου κατά παράβαση του Άρθρου 54 του Συντάγματος. Το Υπουργικό Συμβούλιο ασκεί την “εκτελεστικήν εξουσίαν επί παντός θέματος” πλην τα ρητώς προβλεπόμενα στο Σύνταγμα, τα οποία εναποτίθενται σε άλλη εξουσία. Το εν λόγω Άρθρο αποδίδει στο Υπουργικό Συμβούλιο αποκλειστική αρμοδιότητα όσον αφορά:

“(α) την γενικήν διεύθυνσιν και τον έλεγχον της διακυβερνήσεως της Δημοκρατίας και την διεύθυνσιν της γενικής πολιτικής,

[…]

(δ) τον συντονισμόν και την εποπτείαν πασών των δημοσίων υπηρεσιών,

(ε) την εποπτείαν και την διάθεσιν της ανηκούσης εις την Δημοκρατίαν περιουσίας συμφώνως προς τας διατάξεις του Συντάγματος και του νόμου”.

Σύμφωνα με το Άρθρο 54 του Συντάγματος, δεν επιτρέπεται στη Βουλή των Αντιπροσώπων να επεμβαίνει στην αποκλειστική αρμοδιότητα της Δημοκρατίας και ειδικότερα στη διεύθυνση και/ή στον καθορισμό της γενικής πολιτικής, καθώς και στον τρόπο διάθεσης της περιουσίας της Δημοκρατίας, δηλαδή στην παροχή επιδομάτων (χρημάτων/περιουσίας), που ανήκει στη Δημοκρατία.

Με τους υπό αναφορά Νόμους η Βουλή των Αντιπροσώπων επεμβαίνει στη γενική πολιτική του Κράτους με τρόπο που μεταβάλλει και/ή διαφοροποιεί και/ή διαμορφώνει και/ή καθορίζει πολιτική και αποφασίζει, κατά παράβαση του Συντάγματος, σε ποιους επιπρόσθετα θα παραχωρηθεί επίδομα πατρότητας, ενώ η εκτελεστική εξουσία έχει ήδη αποφασίσει και καθορίσει τη γενική της πολιτική, κατόπιν εκτίμησης του κόστους υλοποίησης παραχώρησης επιδόματος πατρότητας στη βάση της σχετικής αναλογιστικής μελέτης.

Οι υπό αναφορά Νόμοι επεμβαίνουν στην άσκηση των αρμοδιοτήτων του Υπουργικού Συμβουλίου, εφόσον αυτό έχει την αποκλειστική αρμοδιότητα να αποφασίζει, συντονίζει, εποπτεύει και καθορίζει τη γενική πολιτική της Δημοκρατίας αλλά και τον τρόπο διάθεσης της περιουσίας της Δημοκρατίας.

Ως εκ τούτου, η Βουλή των Αντιπροσώπων με την ψήφιση των υπό αναπομπή Νόμων επεμβαίνει στον τρόπο άσκησης της αποκλειστικής αρμοδιότητας της εκτελεστικής εξουσίας, η οποία έχει ήδη εκφράσει τη γενική πολιτική της στους υφιστάμενους περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμους του 2010 έως 2017 και στον περί Προστασίας της Πατρότητας Νόμο του 2017, και ανατρέπει την άσκηση εκτελεστικής εξουσίας από το αρμόδιο Συνταγματικό όργανο.

Συνεπώς, οι υπό αναπομπή Νόμοι θεσπίστηκαν κατά παράβαση του Άρθρου 54 του Συντάγματος.

3. Οι πρόνοιες των υπό αναπομπή Νόμων είναι αντίθετες με τη συνταγματική Αρχή της Διάκρισης των Εξουσιών.

Η Αρχή της Διάκρισης των Εξουσιών απαγορεύει και αποκλείει την άσκηση ή την ανάληψη εξουσίας έξω από τη σφαίρα των αρμοδιοτήτων της κάθε μιας από τις τρεις εξουσίες της πολιτείας. Η άσκηση των αρμοδιοτήτων της εκτελεστικής εξουσίας δεν πρέπει να επηρεάζεται από παρεμβολές της νομοθετικής εξουσίας.

Με τους υπό αναπομπή Νόμους η Βουλή των Αντιπροσώπων δεν ψήφισε κανόνα δικαίου γενικής εφαρμογής, αλλά αντίθετα οι ψηφιζόμενες ρυθμίσεις είναι ουσιαστικά η τροποποίηση και/ή ο καθορισμός της γενικής πολιτικής και/ή ο τρόπος διάθεσης της περιουσίας της Δημοκρατίας, κατά τρόπο αντίθετο με τη θέληση της εκτελεστικής εξουσίας, όπως επεξηγήθηκε ανωτέρω στα σημεία 2.1 και 2.2. Η νομοθετική εξουσία παρεμβαίνει στις αρμοδιότητες της εκτελεστικής εξουσίας κατά τρόπο που θίγει τη συνταγματική Αρχή της Διάκρισης των Εξουσιών.

Συνάγεται ότι ο υπό αναφορά Νόμος είναι ασύμβατος με την Αρχή της Διάκρισης των Εξουσιών.».

Στο πλαίσιο επανεξέτασης του θέματος η Υπουργός Εργασίας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων δήλωσε μεταξύ άλλων ότι η εξουσία καθορισμού της γενικής πολιτικής του κράτους αποτελεί αρμοδιότητα της εκτελεστικής εξουσίας και συγκεκριμένα του Υπουργικού Συμβουλίου και όχι εξουσία του νομοθετικού σώματος. Στο πλαίσιο αυτό, όπως ανέφερε, η κυβέρνηση κατέθεσε νομοσχέδιο για παραχώρηση επιδόματος πατρότητας, ρύθμιση την οποία καμία κυβέρνηση δεν προώθησε στο παρελθόν. Ειδικότερα, όπως επεξήγησε η ίδια, με βάση την ισχύουσα νομοθεσία ήδη παραχωρείται επίδομα πατρότητας σε πατέρες που έχουν συνάψει εκκλησιαστικό ή πολιτικό γάμο, καθώς και σε πατέρες που έχουν συνάψει πολιτική συμβίωση. Συναφώς, ανέφερε ότι από την 1η Αυγούστου 2017, ημερομηνία κατά την οποία η πιο πάνω νομοθεσία τέθηκε σε εφαρμογή, μέχρι και σήμερα έχουν υποβληθεί στο Τμήμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων 3 788 αιτήσεις, το κόστος των οποίων ανήλθε στα €1.096.000. Τέλος, όπως επισήμανε η ίδια, στην περίπτωση συμβίωσης δύο ατόμων δεν αναγνωρίζονται κληρονομικά δικαιώματα ούτε δημιουργείται δικαίωμα σε σύνταξη χηρείας.

Υπό το φως των πιο πάνω, η Κοινοβουλευτική Επιτροπή Εργασίας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, αφού έλαβε υπόψη όλα όσα τέθηκαν ενώπιόν της διαμόρφωσε τις πιο κάτω θέσεις:

Ο πρόεδρος της επιτροπής και το μέλος αυτής βουλευτές της κοινοβουλευτικής ομάδας ΑΚΕΛ-Αριστερά-Νέες Δυνάμεις τάχθηκαν εναντίον της αποδοχής της αναπομπής.

Τα μέλη της επιτροπής βουλευτές της κοινοβουλευτικής ομάδας του Δημοκρατικού Συναγερμού δήλωσαν ότι συμφωνούν με τους λόγους της αναπομπής, όπως αυτοί αναφέρονται στην επιστολή του Προέδρου της Δημοκρατίας, με ημερομηνία 5 Ιουνίου 2018, και τάσσονται υπέρ της αποδοχής της αναπομπής.

Το μέλος της επιτροπής βουλευτής της κοινοβουλευτικής ομάδας του Δημοκρατικού Κόμματος, καθώς και το μέλος της επιτροπής βουλευτής του Εθνικού Λαϊκού Μετώπου δήλωσαν ότι θα τοποθετηθούν αναφορικά με την αναπομπή κατά τη συζήτηση του θέματος ενώπιον της ολομέλειας του σώματος.

Υπό το φως των πιο πάνω θέσεών της, η Κοινοβουλευτική Επιτροπή Εργασίας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων υποβάλλει την παρούσα έκθεση ενώπιον της ολομέλειας του σώματος για λήψη τελικής απόφασης αναφορικά με την αναπομπή.

12 Ιουνίου 2018