Κυπριακή Δημοκρατία Κυπριακή Δημοκρατία

Έκθεση της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Περιβάλλοντος για τον αναπεμφθέντα νόμο «Ο περί Ενιαίας Διαχείρισης Υδάτων (Τροποποιητικός) (Αρ. 2) Νόμος του 2016»

Παρόντες:

  • Αδάμος Αδάμου, πρόεδρος    
  • Χαράλαμπος Θεοπέμπτου    
  • Γιώργος Κάρουλλας     
  • Αννίτα Δημητρίου    
  • Νίκος Κέττηρος    
  • Ευανθία Σάββα    
  • Χαράλαμπος Πιττοκοπίτης
  • Μιχάλης Γιωργάλλας

Μη μέλη της επιτροπής:

  • Κυριάκος Χατζηγιάννης
  • Γιώργος Περδίκης

 

Η Κοινοβουλευτική Επιτροπή Περιβάλλοντος σε συνεδρία της, που πραγματοποιήθηκε στις 11 Νοεμβρίου 2016, επανεξέτασε τον πιο πάνω νόμο, τον οποίο ψήφισε η Βουλή των Αντιπροσώπων την 21η Οκτωβρίου 2016 και αναπέμφθηκε από τον Προεδρεύοντα της Δημοκρατίας κατ’ επίκληση του άρθρου 51.1 του συντάγματος. Στη συνεδρίαση αυτή παρευρέθηκαν εκπρόσωποι του Τμήματος Αναπτύξεως Υδάτων του Υπουργείου Γεωργίας, Αγροτικής Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος, καθώς και της Νομικής Υπηρεσίας της Δημοκρατίας.

Υπενθυμίζεται ότι πρόκειται για πρόταση νόμου που κατατέθηκε από το βουλευτή κ. Γιώργο Περδίκη εκ μέρους του Κινήματος Οικολόγων Περιβαλλοντιστών-Συνεργασία Πολιτών, με σκοπό την τροποποίηση του περί Ενιαίας Διαχείρισης Υδάτων Νόμου, ώστε ο διευθυντής του Τμήματος Αναπτύξεως Υδάτων να υποχρεούται, πριν από τη χορήγηση άδειας έργου υδροληψίας, άδειας υδροληψίας και άδειας έργου συγκράτησης, να εξασφαλίζει για σκοπούς έκδοσης των πιο πάνω αδειών τη σύμφωνη γνώμη της οικείας τοπικής αρχής και της αντίστοιχης αρδευτικής επιτροπείας.

Στα πλαίσια της εξέτασης των προνοιών της πρότασης νόμου από την επιτροπή, η τελευταία τροποποίησε το κείμενο αυτής, ώστε η εξασφάλιση των απόψεων των εν λόγω φορέων να αποτελεί προϋπόθεση και παράγοντα που λαμβάνονται υπόψη για λήψη απόφασης από το διευθυντή, αλλά οι απόψεις αυτές να μην είναι δεσμευτικές για τη χορήγηση ή την ανανέωση της σχετικής άδειας. Επιπρόσθετα, η επιτροπή αποφάσισε τη διαγραφή των προνοιών της πρότασης νόμου που αφορούσαν την υποχρέωση του αιτητή να καταθέτει στην αρμόδια αρχή τις απόψεις της οικείας αρχής τοπικής διοίκησης και της αντίστοιχης αρδευτικής επιτροπείας στο στάδιο της υποβολής των σχετικών αιτήσεων. Συναφώς, η επιτροπή διαμόρφωσε το κείμενο της πρότασης νόμου σύμφωνα με τα πιο πάνω, προωθώντας το στην ολομέλεια του σώματος για λήψη τελικής απόφασης.

Ωστόσο, όπως είναι γνωστό, κατά τη συζήτηση επί των προνοιών αυτής στην ολομέλεια του σώματος, με τροπολογία στην πρόταση νόμου, η οποία εγκρίθηκε κατά πλειοψηφία, το κείμενο της πρότασης νόμου διαμορφώθηκε με τρόπο ώστε, στις περιπτώσεις αίτησης για άδεια έργου υδροληψίας, ο διευθυντής του Τμήματος Αναπτύξεως Υδάτων να ζητά, για σκοπούς λήψης σχετικής απόφασης, τις απόψεις της οικείας αρχής τοπικής διοίκησης και της αντίστοιχης αρδευτικής επιτροπείας και κατά την εξέταση τέτοιας αίτησης να αξιολογεί, να σταθμίζει και να λαμβάνει δεόντως υπόψη μεταξύ άλλων τις εν λόγω απόψεις, εφόσον αυτές υποβάλλονται εντός των καθορισμένων χρονικών πλαισίων και ως εκ τούτου ψηφίστηκε ο αναπεμφθείς νόμος από την ολομέλεια του σώματος σύμφωνα με τα πιο πάνω.

Ο Προεδρεύων της Δημοκρατίας με επιστολή του ημερομηνίας 9 Νοεμβρίου 2016 ανέπεμψε το νόμο αυτό.

Ο λόγος της αναπομπής, όπως αυτός αναφέρεται στην επιστολή του Προεδρεύοντος της Δημοκρατίας προς τον προεδρεύοντα της Βουλής των Αντιπροσώπων, ημερομηνίας 9 Νοεμβρίου 2016, ο οποίος παρατίθεται αυτούσια, είναι ο ακόλουθος:

« […] 2.1 Σύμφωνα με τον αναπεμπόμενο νόμο, ο διευθυντής του Τμήματος Αναπτύξεως Υδάτων υποχρεούται να ζητά τις απόψεις της οικείας τοπικής διοίκησης και της αντίστοιχης αρδευτικής επιτροπείας, τις οποίες και πρέπει να λαμβάνει υπόψη στη λήψη απόφασης για έκδοση άδειας υδροληψίας.

2.2 Ωστόσο, η αδειοδότηση έργων υδροληψίας είναι ενιαία και βασίζεται στην πολιτική που διαμορφώθηκε από το Τμήμα Αναπτύξεως Υδάτων και εγκρίθηκε από το Υπουργείο Γεωργίας, Αγροτικής Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος και εφαρμόζεται σε αμιγώς επιστημονικά κριτήρια.

2.3 Επιπλέον, η Δημοκρατία έχει υποχρέωση έναντι της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως προκύπτει από την Οδηγία 2000/60/ΕΚ (στο εξής “η Οδηγία”), να σταματήσει την υπεράντληση των υδροφορέων της, ώστε αυτοί να αρχίσουν να ανακάμπτουν.

2.4 Η αιτιολογική σκέψη 25 της Οδηγίας επιβεβαιώνει ότι οι περιβαλλοντικοί στόχοι πρέπει να ορίζονται κατά τρόπο ώστε να εξασφαλίζεται η επίτευξη της καλής ποιότητας των υπόγειων υδάτων σε όλη την Ένωση και η αποτροπή της επιδεινώσεως της καταστάσεως των υδάτων σε επίπεδο της Ένωσης.

2.5 Σύμφωνα με το άρθρο 1 της Οδηγίας-

«σκοπός της παρούσας Οδηγίας είναι η θέσπιση πλαισίου για την προστασία των εσωτερικών επιφανειακών, των μεταβατικών, των παράκτιων και των υπόγειων υδάτων, το οποίο:

α) να αποτρέπει την περαιτέρω επιδείνωση, να προστατεύει και να βελτιώνει την κατάσταση των υδάτινων οικοσυστημάτων, καθώς και των αμέσως εξαρτώμενων από αυτά χερσαίων οικοσυστημάτων και υγροτόπων σε ό,τι αφορά τις ανάγκες του σε νερό.».

2.6 Το άρθρο 4 της Οδηγίας προβλέπει ότι-

«1. Προκειμένου να καταστούν λειτουργικά τα προγράμματα για τη λήψη μέτρων που καθορίζονται στα σχέδια διαχείρισης λεκάνης απορροής ποταμού:

α) για τα επιφανειακά ύδατα

β) για τα υπόγεια ύδατα,

i) τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα, ώστε να προληφθεί ή να περιορισθεί η διοχέτευση ρύπων στα υπόγεια ύδατα και να προληφθεί η υποβάθμιση της κατάστασης όλων των συστημάτων των υπόγειων υδάτων, με την επιφύλαξη της εφαρμογής των παραγράφων 6 και 7 και με την επιφύλαξη της παραγράφου 8 του παρόντος άρθρου, καθώς και με την επιφύλαξη της εφαρμογής του άρθρου 11, παράγραφος 3, στοιχείο i).».

2.7 Δεδομένου ότι οι άδειες υδροληψίας μπορούν να επηρεάσουν δυσμενώς την κατάσταση των υπογείων υδάτων της Δημοκρατίας, αυτά εμπίπτουν στην υποχρέωση προς πρόληψη της υποβάθμισης της κατάστασής τους, η οποία παραμένει δεσμευτική σε κάθε στάδιο της εφαρμογής της Οδηγίας.

2.8 Για το λόγο αυτό, η αρμόδια αρχή εφαρμόζει αυστηρά κριτήρια για την αδειοδότηση νέων έργων υδροληψίας και γίνεται προσπάθεια ελέγχου της άντλησης από τις ήδη αδειοδοτημένες γεωτρήσεις.

2.9 Η κάθε κοινότητα και/ή αρδευτική επιτροπεία, ως εκ της φύσης των καθηκόντων της, στερείται του αναγκαίου επιστημονικού υποβάθρου, για να συνεισφέρει στη λήψη αποφάσεων επί αιτήσεων αδειών υδροληψίας κατά τρόπο που να συμφωνούν με την υποχρέωση της Δημοκρατίας να διαχειρίζεται τα ύδατα κατά τρόπο ενιαίο, συνεκτικό και με απώτερο σκοπό την αποτροπή της επιδεινώσεως της καταστάσεως των υπογείων υδάτων και την ανάκαμψη των υδροφορέων σύμφωνα με τις διατάξεις της Οδηγίας.

2.10 Αντίθετα, η κάθε κοινότητα και/ή αρδευτική επιτροπεία, λόγω της κατά τόπο περιορισμένης έκτασης των αρμοδιοτήτων της, μπορεί να προσφέρει μόνο αποσπασματική άποψη επί αίτησης υδροληψίας, χωρίς να μπορεί να αξιολογήσει τον ευρύτερο, συνεκτικό και μακροπρόθεσμο αντίκτυπο επί της κατάστασης των υπογείων υδάτων και τις πιθανές βραχυπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες αρνητικές επιπτώσεις στην ανάκαμψη των υδροφορέων της Δημοκρατίας.

2.11 Η Δημοκρατία, όπως κάθε κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έχει υποχρέωση να απέχει από τη λήψη μέτρων που μπορούν να θέσουν σε κίνδυνο την επίτευξη των στόχων που επιδιώκονται με την Οδηγία. Η μη τήρηση της υποχρέωσης αυτής μπορεί να αποτελέσει αυτοτελή παράβαση του ενωσιακού δικαίου. Η υποχρέωση αυτή υφίσταται, όταν, κατά τη νομοθετική δραστηριότητα των κρατών μελών, διαφαίνεται ότι τα εθνικά μέτρα μπορεί να έχουν ως συνέπεια τον αρνητικό επηρεασμό της επίτευξης και/ή ολοκλήρωσης του σκοπού του ευρωπαϊκού δικαίου εν προκειμένω της Οδηγίας.

2.12 Δεδομένου ότι ο αναπεμπόμενος νόμος εισάγει διαδικασία η οποία δυσχεραίνει το ρόλο της αρμόδιας αρχής, η οποία είναι ως εκ της πραγματογνωμοσύνης της αρμόδια, αυτός εισάγει διαδικασία, η οποία αφενός είναι γραφειοκρατική και αχρείαστη, υπό την έννοια ότι δεν προσφέρει στην αξιολόγηση των αιτήσεων βάσει επιστημονικών κριτηρίων και αφετέρου δημιουργεί κίνδυνο δημιουργίας πελατειακών σχέσεων μεταξύ των πολιτών που αιτούνται ή έχουν συμφέρον από την έγκριση άδειας υδροληψίας και των οικείων τοπικών διοικήσεων και των αντίστοιχων αρδευτικών επιτροπειών.

2.13 Κατά συνέπεια, ο αναπεμπόμενος νόμος μπορεί να οδηγήσει σε αρνητικό επηρεασμό της επίτευξης και/ή ολοκλήρωσης του σκοπού του ευρωπαϊκού δικαίου, θέτοντας σε κίνδυνο την επίτευξη των στόχων που επιδιώκονται με την Οδηγία. […]».

Στα πλαίσια της επανεξέτασης του θέματος από την επιτροπή η εκπρόσωπος της Νομικής Υπηρεσίας της Δημοκρατίας δήλωσε ότι, με βάση την επιστολή του Προεδρεύοντος της Δημοκρατίας, σχετικά με την αναπομπή δεν εγείρεται οποιοδήποτε θέμα αντισυνταγματικότητας του αναπεμφθέντος νόμου, ωστόσο προκύπτει πρόβλημα στην αποτελεσματική εφαρμογή της σχετικής ευρωπαϊκής Οδηγίας και στην επίτευξη των στόχων της.

Περαιτέρω, η ίδια επισήμανε μεταξύ άλλων ότι με τις εν λόγω ρυθμίσεις δημιουργείται αυξημένη γραφειοκρατία στο Τμήμα Αναπτύξεως Υδάτων, καθώς το τμήμα πρέπει να αξιολογεί τις απόψεις που θα εκφράζονται και να αιτιολογείται ο λόγος υιοθέτησης ή απόρριψης αυτών.

Οι εκπρόσωποι του Τμήματος Αναπτύξεως Υδάτων δήλωσαν μεταξύ άλλων ότι με τις εν λόγω ρυθμίσεις το τμήμα θα υποχρεούται να αναμένει τις απόψεις των αρχών τοπικής διοίκησης και των αρδευτικών επιτροπειών πριν από την έκδοση οποιασδήποτε απόφασης, κατι το οποίο θα δημιουργεί καθυστέρηση στην εξέταση των αιτήσεων, για τις οποίες πρέπει να παρέχεται σχετική απάντηση προς τον αιτητή εντός των καθορισμένων χρονικών πλαισίων. Επιπροσθέτως, σημείωσαν ότι ο νόμος παρέχει εξουσία στο Τμήμα Αναπτύξεως Υδάτων να ζητά τις απόψεις οποιωνδήποτε προσώπων, όποτε το κρίνει αυτό αναγκαίο.

Με βάση τα πιο πάνω, μέλη της επιτροπής εξέφρασαν μεταξύ άλλων την άποψη ότι σκοπός των προτεινόμενων ρυθμίσεων είναι η παραχώρηση δικαιώματος στις αρχές τοπικής διοίκησης και στις αρδευτικές επιτροπείες να εκφράζουν απόψεις σε σχέση με αιτήσεις αδειοδότησης έργων υδροληψίας, χωρίς αυτές να είναι δεσμευτικές για την αδειοδοτούσα αρχή. Περαιτέρω, επισήμαναν ότι με τον τρόπο αυτό οι εν λόγω φορείς θα μπορούν να συνδράμουν το έργο της αρμόδιας αρχής παρέχοντας πληροφορίες και στοιχεία, ώστε να καθίστανται εφικτές η ορθότερη αδειοδότηση έργων υδροληψίας και η καλύτερη διαχείριση των υδάτινων πόρων.

Η Κοινοβουλευτική Επιτροπή Περιβάλλοντος, αφού έλαβε υπόψη όλα όσα τέθηκαν ενώπιόν της, διαμόρφωσε τις ακόλουθες θέσεις:

1. Ο πρόεδρος και τα μέλη της επιτροπής βουλευτές της κοινοβουλευτικής ομάδας ΑΚΕΛ-Αριστερά-Νέες Δυνάμεις, τα μέλη της βουλευτές της κοινοβουλευτικής ομάδας του Δημοκρατικού Κόμματος και το μέλος της βουλευτής της Αλληλεγγύης επιφυλάχθηκαν να τοποθετηθούν κατά τη συζήτηση του θέματος στην ολομέλεια του σώματος.

2. Τα μέλη της επιτροπής βουλευτές της κοινοβουλευτικής ομάδας του Δημοκρατικού Συναγερμού τάχθηκαν υπέρ της αναπομπής.

3. Το μέλος της επιτροπής βουλευτής του Κινήματος Οικολόγων-Συνεργασία Πολιτών τάχθηκε εναντίον της αναπομπής.

 

Υπό το φως των πιο πάνω, η Κοινοβουλευτική Επιτροπή Περιβάλλοντος καταθέτει την παρούσα έκθεση ενώπιον της ολομέλειας του σώματος για λήψη τελικής απόφασης αναφορικά με την αναπομπή.

11 Νοεμβρίου 2016